Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2006

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Ο μικρός Κωστάκης βλέπει το αυτοκίνητο του μπαμπά του να περνάει απ' το πάρκο της παιδικής χαράς και να πηγαίνει προς το δάσος. το ακολουθησε και ειδε τον μπαμπά ν' αγκαλιάζει τη θεία Καίτη και να τη φιλάει!!! Ξετρελαίνεται απ' τον ενθουσιασμό και τρέχει τρέχει τρέχει πάει στο σπίτι στη μαμά του:

"ΜΑΜΑΜΑΜΑΜΑΜΑ ΗΜΟΥΝ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΚΑΙ Ο ΜΠΑΜΠΑΣ ΚΑΙ Η ΘΕΙ..." Η μαμά του λέει να ηρεμήσει και να της πει την ιστορία "Ήμουν στο πάρκο και ο μπαμπάς και η θεία Καίτη πέρασαν με το αυτοκίνητο του μπαμπά Τους ακολούθησα και τους είδα στο δάσος.

Ο μπαμπάς έδινε στη θεία Καίτη ένα μεγάλο φιλί και μετά την βοήθησε να βγάλει τη φούστα της. Μετά η θεία Καίτη τον βοήθησε να βγάλει το παντελόνι του.

Μετά η θεία Καίτη ξάπλωσε στη θέση του συνοδηγού και ο μπαμπάς . . . " "Α, Κωστάκη", είπε η μαμά. "Αυτή είναι μια πολύ ωραία ιστορία. Να μας την πεις το βράδυ που θα είμαστε όλοι μαζί στο τραπέζι. Θέλω να δω το ύφος του μπαμπά όταν την ακούσει."

Το βράδυ στο τραπέζι η μαμά ζητάει απ' τον μικρό Κωστάκη να πει την ιστορία του. Ο μικρός αρχίζει να λέει. Περιγράφει το αυτοκίνητο στο δάσος, το ξεντύσιμο, το ξάπλωμα στη θέση του συνοδηγού και "και μετά ο μπαμπάς και η θεία Καίτη έκαναν το ίδιο πράγμα που έκανε η μαμά με το θείο Γιώργο τότε που ο μπαμπάς ήταν ταξίδι."

Ηθικόν δίδαγμα :
Μη διακόπτετε τους άλλους πριν τελειώσουν αυτό που έχουν να σας πουν!!!

Δυο φίλοι βάδιζαν στον ίδιο δρόμο, όταν ξαφνικά ξεπρόβαλε μπροστά τους μια αρκούδα. Ο ένας πρόλαβε και ανέβηκε σε ένα δέντρο και κρύφτηκε εκεί. Ο άλλος έπεσε καταγής κι έκανε τον πεθαμένο. Όταν πλησίασε η αρκούδα κι άρχισε να τον μυρίζει με τη μουσόυδα της, αυτός κρατούσε την αναπνοή του γιατί λένε ότι οι αρκούδες δεν αγγίζουν τους νεκρούς.

Πράγματι, το ζώο έφυγε, κι ύστερα ο άλλος κατέβηκε από τον δέντρο και τον ρώτησε τι του είπε η αρκούδα στο αυτί. Κι εκείνος του απάντησε: «Να μην ταξιδεύω από δω και μπρος με φίλους που με εγκαταλείπουν την ώρα του κινδύνου».

Ένα σπίτι ήταν γεμάτο ποντίκια. Το έμαθε αυτό ένας γάτος, έτρεξε εκεί και πιάνοντάς τα ένα-ένα, τα καταβρόχθιζε. Τα ποντίκια, που ολοένα λιγόστευαν, χώθηκαν σε τρύπες και ο γάτος, μη μπορώντας πια να τα πιάσει, σοφίστηκε ένα τέχνασμα για να τα κάνει να βγουν έξω. Ανέβηκε σ΄ έναν πάσσαλο και κρεμάστηκε από κει παριστάνοντας τον ψόφιο.

Τότε, ένα ποντίκι που έσκασε μύτη και τον είδε, του είπε: «Εσύ, ακόμα και φλοκάτη να γίνεις, εγώ πάλι δε σε πλησιάζω».

Κάποτε ο Ναστραδίν Χότζας αποφάσισε να πάει στον σουλτάνο για να εκφράσει τα παραπονά του για τη σκληρή καθημερινότητα της ζωής του.

Αφού, λοιπόν, έκανε έναν βαθύτατο τεμενά, ξεκίνησε:

-- Πολυχρονεμένε μου σουλτάνε, δεν πάει άλλο! Η γυναίκα μου, τα επτά παιδιά μου κι εγώ ζούμε σ' έναν οντά 2x3. Κοντεύουμε να σκάσουμε. Έχουμε κάνει αίτηση στην πολεοδομία για να τον επεκτείνουμε αλλά ακόμα να εγκριθεί. Κάτι πρέπει να γίνει!

-- Μπρε, μπας και δεν είναι μικρός ο οντάς; Μήπως να βγάλουμε κανένα απ' τα παιδιά έξω; -- Μα τι λες, πολυχρονεμένε μου; Τα παιδιά μου να βγάλω έξω;

-- Καλά... Για δοκίμασε να βάλεις μέσα τη γελάδα τότε.

-- Και θα είμαστε πιο άνετα με τη γελάδα μέσα στον οντά;

-- Βάλ' την εσύ μέσα και θα δεις. Τι να κάνει ο Χότζας; Μια και δυο πάει στο σπίτι, βάζει την αγελάδα μέσα αλλά τα πράγματα είναι τρις χειρότερα. Μετά από καμιά βδομάδα, εμφανίζεται και πάλι μπροστά στο σουλτάνο. Μετά τον καθιερωμένο τεμενά:

-- Πολυχρονεμένε μου σουλτάνε, έβαλα τη γελάδα μέσα στον οντά αλλά τα πράγματα είναι χειρότερα από πριν. Αφού σ' το 'πα... χρειαζόμαστε εκείνη την επέκταση.

-- Έτσι, ε; Καλά... Για δοκίμασε να βάλεις μέσα και το βόδι τώρα.

-- Μα τι λες τώρα πολυχρονεμένε μου; Και θα είμαστε πιο άνετα με το βόδι μέσα στον οντά;

-- Βάλ' το εσύ μέσα και θα δεις. Τι να κάνει ο Χότζας; Μια και δυο πάει στο σπίτι, βάζει και το βόδι μέσα αλλά τα πράγματα γίνονται τραγικά. Μετά από καμιά βδομάδα, εμφανίζεται και πάλι μπροστά στο σουλτάνο. Όπως πάντα, ρίχνει έναν ξεγυρισμένο τεμενά και:

-- Πολυχρονεμένε μου σουλτάνε, δε γίνεται τίποτε. Εκτός του ότι είμαστε πλέον ο ένας πάνω στον άλλον, γίνονται και ακατονόμαστα πράγματα μέσα στον οντά και μάλιστα μπροστά στα μάτια των παιδιών! Δε χωράμε, μουσουλμάνε μου, αφού σου το 'χω πει. Πρέπει να χτίσουμε εκείνη την επέκταση άμεσα.

-- Έτσι, ε; Καλά... Για δοκίμασε να βάλεις μέσα και το μουλάρι τώρα.

-- Μα τι λες τώρα πολυχρονεμένε μου; Και θα βελτιωθεί έτσι η κατάσταση;

-- Βάλ' το εσύ μέσα και θα δεις. Ε, να μην τα πολυλογούμε. Σε μια βδομάδα ο Χότζας ήταν και πάλι πίσω στο σουλτάνο. Κατάμαυρος, με σκισμένα ρούχα... ένα ερήπιο. Αφού σύρθηκε λίγο στο πάτωμα είπε:

-- Πολυχρονεμένε μου σουλτάνε, όπως βλέπεις, δεν πάει άλλο! Εκτός του ότι η γελάδα συνηθίζει πλέον να κοιμάται πάνω μου και το μουλάρι με κλωτσάει στην πρώτη ευκαιρία, χθες το βράδι μου 'ριξε κι ένα λούτσο το βόδι.

-- Τι μου λες, βρε παιδί μου. Σοβαρολογείς; Καλά! Για βγάλε τώρα τη γελάδα, το βόδι και το μουλάρι απ' τον οντά κι έλα μετά από μια βδομάδα να μου πεις αν έχει βελτιωθεί η κατάσταση. Καταχαρούμενος ο Χότζας τρέχει και βγάζει τα ζωντανά έξω. Μετά από μια βδομάδα, επιστρέφει και καταχαρούμενος αγκαλιάζει και φιλά το σουλτάνο.

-- Πολυχρονεμένε μου σουλτάνε, μας έσωσες! Πραγματικά τώρα είμαστε πάρα πολύ άνετα!

-- Είδες βρε που σου τα 'λεγα; Δεν ήταν ο οντάς μικρός. Εσείς ήσασταν πάρα πολλοί!



0 Λογομαχιες:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψε ότι θέλεις με ευπρέπεια